Άτιτλο 19

 


 

Όλη τη νύχτα στο όνειρο μου,

στον χαμένο το καιρό μου,

πειρατές με κυνηγούσαν,

λύτρα και χρυσό ζητούσαν.

Να γλυτώσω δίδω μάχη,

στων ονείρων μου τη ράχη,

με πειρατές και με κουρσάρους,

μ’ ένα τσούρμο από βαρβάρους.

Μ’ αφρικάνικα μαχαίρια

και με ξύλινα σπαθιά,

ναυμαχία με πιρόγες,

μες στου ύπνου τα βαθιά.

Τ’ όνειρο μου εφιάλτης

κι ένας πειρατής σακάτης,

με μαχαίρωσε.

Ένας μάγος μ’ ένα χάδι,

πριν να φτάσω ως στον Άδη,

με λευτέρωσε.

Μια γοργόνα στο κατάρτι,

σκλάβα του αρχιπειρατή,

μου κουνάει την ουρά της,

λευτεριά ζητά κι αυτή.

Με τη μαχαιριά στη πλάτη

απ’ του σακάτη το σπαθί,

σάλτο κάνω και την λύνω,

πριν η γοργόνα τρελαθεί.

Έσκυψα να τη φιλήσω,

φιλικά να της μιλήσω,

μα η γοργόνα μου εχάθη,

μες στης θάλασσας τα βάθη.

Παίζει ο μάγος τη φλογέρα,

κι εγώ αρπάζω τη παντιέρα.

Στο όνειρο μου θα την βάλω,

να ‘χω πειρατών σινιάλο.

 

                         02. Σεπτέμβρη 2000

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Όνειρο πελαγίσσιο

  Βρεθήκαμε στο παλιό ενετικό λιμάνι του Μεγάλου Κάστρου, στο δρόμο με τους παλιούς ταρσανάδες, το τελευταίο Σαββατόβραδο του Οκτώβρη. Πιασ...