Απόνερα


Στ’ απόνερα που άφηνε, πίσω της η προπέλα,
έπνιγα χρόνια τον καημό, που ‘χα για μια κοπέλα.
Βουβός ήταν ο πόνος μου, βαθύ ήταν το σαράκι
και στα ταξίδια πουθενά, δεν βρήκα την Ιθάκη.              

Όταν ο Ναύτης στέκεται, αμίλητος στη πρύμη
κάνει το πόνο αμανέ και τον καημό ταξίμι.
Σαλπάρει ο νους του νοερά και μόνος ταξιδεύει,
αλλού πάνε τ’ απόνερα κι αλλού η καρδιά οδεύει.

                                  13 Μάη 2016

Ατιτλο 11

  Κάτω από τη φυλλωσιά , του γέρο πλάτανου, σμίγοντας τα όνειρα μας, χτίζαμε το Μέλλον. Ήταν ανθρώπινα, ζεστά και σαν το μπόι ...