« Γεια
σου και πάλι γεια σου»!
Ο ίδιος χαιρετισμός κάθε φορά που τον συναντούσα. Ίδια και η σεβαστή του μορφή, σαν μια Αγιογραφία, από τότε που ήμουν παιδί και τον γνώρισα. Γέρασε νέος και έμεινε γέρος, μέχρι στα ύστερα του. Πάντα φορούσε το μαύρο του σαρίκι και τα άσπρα γένια, του έκρυβαν τις βαθιές ρυτίδες στο πρόσωπο. Λιγομίλητος και πάντα σοβαρός. Κάπνιζε τα σέρτικα τσιγάρα, τα δίχως φίλτρο και στο ποτήρι της ρακής, έπνιγε τα περασμένα, που τον βασάνιζαν πολύ.